Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

Λορέντζος Μαβίλης

Λορέντζος Μαβίλης (1860-1912, σαν σήμερα)

«Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν».

Αυτό έλεγε στη Βουλή των Ελλήνων (ως βουλευτής Κέρκυρας) τον Φεβρουάριο του 1911 ο μεγάλος ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, υπερασπιζόμενος την πολύπαθη δημοτική γλώσσα απέναντι στους καθαρευουσιάνους που θεωρούσαν "κατώτερη" και "χυδαία" τη γλώσσα του λαού. Ο ποιητής που δεν δίστασε να στρατευτεί στα 52 του χρόνια στους Βαλκανικούς πολέμους και να πέσει στη μάχη του Δρίσκου κοντά στα Γιάννενα στις 28 Νοεμβρίου 1912.

Ο Μαβίλης σπούδασε φιλοσοφία στην Αθήνα, στο Μόναχο και στο Φράιμπουργκ, καθώς επίσης φιλολογία και αρχαιολογία, και έγινε διδάκτορας με θέμα της διδακτορικής του διατριβής το «Δύο βιεννέζικα χειρόγραφα του Ιωάννη Σκυλίτζη». Ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία του Νίτσε, του Καντ και του Σοπενάουερ, και μετέφρασε ένα μέρος από το ινδικό έπος Μαχαμπχαράτα.

Πολύπλευρος και πολυτάλαντος, αγάπησε το σκάκι κι έγινε ούτε λίγο ούτε πολύ ο ισχυρότερος Έλληνας σκακιστής του 19ου αιώνα, πρωταθλητής μάλιστα Βαυαρίας το 1890! Μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ήταν η ισοπαλία με τον μεγάλο Εμάνουελ Λάσκερ, πριν ο τελευταίος γίνει ο δεύτερος στη σειρά παγκόσμιος πρωταθλητής! Επίσης ήταν και σημαντικός συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων, πολλά από τα οποία είναι δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής.

Το σονέτο του "Λήθη" είναι πασίγνωστο, αλλά η δύναμή του είναι τέτοια που αξίζει τον κόπο να το ξαναδούμε (με την ορθογραφία της εποχής):

      Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
      την πίκρια της ζωής. Όντας βυθήση
      ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήση,
      μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να 'ναι.

      Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
      στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
      μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίση,
      α' στάξη γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.

      Κι αν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,
      διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
      πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται...

      A' δε μπορής παρά να κλαις το δείλι,
      τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
      θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.

Κι ένα πολύ γνωστό σκακιστικό πρόβλημα του Μαβίλη, το οποίο δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 1893 στο γερμανικό περιοδικό Akademisches Monatsheft für Schach. Τα Λευκά παίζουν και κάνουν ματ σε 3 κινήσεις.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

Νέα κυκλοφορία - «Η Ξένη» της Κλάουντια Ντουραστάντι

«Η Κλάουντια Ντουραστάντι (γενν. 1984) ρίχνει ένα σωσίβιο στα σκοτεινά νερά της μνήμης. Το αγαπημένο μου είδος λογοτεχνίας, αυτό που όχι μόνο μιλά στον κόσμο, αλλά εισχωρεί μέσα του» (Ocean Vuong).

Συγγραφέας: Claudia Durastanti
Τίτλος πρωτοτύπου: La straniera
Είδος έργου: Μυθιστόρημα
1η έκδοση στην ιταλική γλώσσα: La nave di Teseo, Μιλάνο 2019
Ελληνικός τίτλος: Η Ξένη
Αριθμός σελίδων: 331
ISBN: 978-960-01-2598-6
Μετάφραση: Ζωή Μπέλλα
Επιμέλεια: Θοδωρής Σταμάτης
Εκδόσεις: Gutenberg
Έτος έκδοσης: 2024

Ένα ζευγάρι κωφών με τον μικρό τους γιο μεταναστεύει από ένα χωριό της Ν. Ιταλίας στο Μπρούκλιν, όπου γεννιέται και η κόρη τους. Δεν μαθαίνουν στα παιδιά τη νοηματική, ενώ οι δυσκολίες επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια προκαλούν πλήθος παρεξηγήσεων. Το διαζύγιό τους και η επιστροφή στην Ιταλία δυσκολεύει κι άλλο το κορίτσι. Από τη μια χώρα στην άλλη, από τη μεγαλούπολη στην κλειστή κοινωνία του χωριού και αργότερα στο Λονδίνο του Brexit, αισθάνεται ξένη παντού.

      (Από τον εκδότη)

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

Νέα κυκλοφορία - «Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα» του Ζαν Ζακ Ρουσσώ

Το δημοφιλέστερο έργο του Ρουσό. Ένα ερωτικό και φιλοσοφικό μυθιστόρημα όπου διατυπώνει νέες για την εποχή του ιδέες σχετικά με την ελευθερία και τις ταξικές διακρίσεις, τις δεισιδαιμονίες και τη μισαλλοδοξία, τον έρωτα και τη φύση.

Συγγραφέας: Jean-Jacques Rousseau
Τίτλος πρωτοτύπου: Julie ou la Nouvelle Héloïse
Είδος έργου: Μυθιστόρημα
1η έκδοση στη γαλλική γλώσσα: 1761
Ελληνικός τίτλος: Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα
Τόμοι: 2
Αριθμός σελίδων: 607 (Α' τόμος) & 594 (Β' τόμος)
ISBN: 978-960-01-2592-4 (Α' τόμος) & 978-960-01-2593-1 (Β' τόμος)
Μετάφραση: Έφη Κορομηλά
Επιμέλεια: Νίκος Αναστασόπουλος
Εκδόσεις: Gutenberg
Έτος έκδοσης: 2024
Η νεαρή Ιουλία, από αριστοκρατική οικογένεια, με βαθιά θρησκευτική πίστη, ερωτεύεται παράφορα τον ταπεινής καταγωγής παιδαγωγό της, τον γοητευτικό Σεν-Πρε. Η μητέρα της, η βαρόνη Ντ’ Ετάνζ, ανακαλύπτει τη σχέση τους και από την ταραχή της πεθαίνει. Ο πατέρας της, οργισμένος, αναγκάζει την Ιουλία να παντρευτεί τον κύριο ντε Βολμάρ, έναν άνθρωπο τίμιο, μεγαλόψυχο, αλλά άθεο.

Η Ιουλία ή Η νέα Ελοΐζα γράφτηκε τη διετία 1756-1758 και όταν εκδόθηκε ο εκδότης δεν προλάβαινε να καλύψει τις πωλήσεις. Έως το τέλος του 18ου αιώνα είχαν γίνει τουλάχιστον εβδομήντα εκδόσεις, περισσότερες από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο μέχρι την εποχή εκείνη.

(Από τον εκδότη)

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

«Η ώρα περνούσε» - ποίημα

Η ώρα περνούσε.

Στα γύρω μπαλκόνια σκορπιζόταν ένας χείμαρρος από ψιθυρίσματα, που σιγά σιγά γινόταν ποτάμι, κι έπειτα ρυάκι που κυλούσε ανέμελα και γλυκά.

Η ώρα περνούσε.

Κοίταξα ένα απομεινάρι ήλιου πέρα στη δύση που το ρουφούσε η κορυφογραμμή αργά και ηδονικά.

Η ώρα περνούσε.

Ήρθες και στάθηκες διακριτικά ανάμεσα στα νυχτολούλουδα.

Η ώρα περνούσε.

Εσύ ήσουν μια μοναδική κι απρόσμενη νυχτερινή ύπαρξη σε ένα περιβάλλον σιωπής.

Τότε ήρθε το άρωμα της νύχτας.

Οι φωνές πια δεν ακούγονταν, μάλλον είχαν πετάξει σβήνοντας πάνω απ’ τις ταράτσες και πετούσαν προς τ’ αστέρια. Έσβησες κι εσύ μαζί τους και δεν σε πρόλαβα.

Ο αέρας μύρισε φθινόπωρο.

Έπλυνα τα πιάτα, μάζεψα το πλυντήριο, άπλωσα τα ρούχα κι ένοιωσα πάλι πως ούτε η μητέρα μου ήταν πια εδώ.

           (Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό περιοδικό Fractal)

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2024

Παροιμίες από το προσωπικό μου αρχείο (Μέρος 2)

41. Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
42. Δε χωράνε δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη.
43. Δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι.
44. Δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης.
45. Δεν είναι κάθε μέρα τ’ Αη-Γιαννιού.
46. Δεν μιλάνε για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου.
47. Δεν μπορείς να περάσεις δυο φορές από το ίδιο ποτάμι.
48. Δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά.
49. Δούλεψε να φας και κλέψε να ‘χεις.
50. Δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένον αχυρώνα.
51. Δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη δε χωράνε.
52. Δύσκολα νιάτα, καλά γεράματα.
53. Δώσε θάρρος στο χωριάτη, να σ’ανέβει στο κρεββάτι.
54. Έβαλαν το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
55. Έβαλε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
56. Εγώ τα λέω στο σκύλο μου κι ο σκύλος στην ουρά του.
57. Είπε κι ο Εβραίος να πάει στο παζάρι, κι ήταν ημέρα Σάββατο.
58. Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
59. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο.
60. Εκύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
61. Έλα παππούλη μου να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφά σου.
62. Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα.
63. Ένας κούκος δεν φέρνει την Άνοιξη.
64. Ενός κακού μύρια έπονται.
65. Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλή σου κρύα, τον στόμαχόν σου ελαφρύ, γιατρού δε θα ‘χεις χρεία.
66. Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι.
67. Η ανάγκη κάνει το παλικάρι.
68. Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός.
69. Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει.
70. Η γριά η κότα έχει το ζουμί.
71. Η γυναίκα του Καίσαρα δεν φτάνει να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται.
72. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο.
73. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
74. Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται.
75. Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά.
76. Ή μικρός-μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου.
77. Η ομόνοια χτίζει σπίτι κι η διχόνοια το χαλάει.
78. Ή παπάς-παπάς ή ζευγάς-ζευγάς.
79. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.
80. Η σιωπή είναι χρυσός.