Κυριακή 31 Ιουλίου 2022

Νέα κυκλοφορία - «Με ανοιχτό βιβλίο» του Μάσσιμο Ρεκαλκάτι

«Το να μιλήσουμε για τα βιβλία που αγαπήσαμε σημαίνει να μιλήσουμε για τη ζωή μας. Γιατί μια ζωή είναι τα βιβλία της».

Συγγραφέας: Massimo Recalcati
Τίτλος πρωτοτύπου: A libro aperto. Una vita è i suoi libri
Είδος έργου: Ψυχολογία
1η έκδοση στην ιταλική γλώσσα: Gruppo Feltrinelli, Milano 2018
Ελληνικός τίτλος: Με ανοιχτό βιβλίο. Μια ζωή είναι τα βιβλία της
Μετάφραση: Xρήστος Πονηρός
Επιστημονική επιμέλεια: Hρακλής Καραμπάτος
Εκδόσεις: Κέλευθος
Έτος έκδοσης: 2022

Ποια η διαφορά ενός βιβλίου και ενός ανοιχτού βιβλίου; To ανοιχτό βιβλίο είναι η συνάντηση με κομμάτια του εαυτού μας που είχαμε ξεχάσει ή που ακόμα δεν γνωρίζουμε. Ο Massimo Recalcati μάς μιλάει για τη δική του συνάντηση με τη Ναυτία του Σαρτρ, την Οδύσσεια του Ομήρου, τα Γραπτά του Λακάν, τη Θεία Κωμωδία του Δάντη και όλα τα βιβλία που αγάπησε επειδή αναμείχθηκαν με τη δική του γλώσσα, επειδή δεν τα διάβασε μόνο αλλά διαβάστηκε από αυτά. Και έτσι παρουσιάζει μέσα από τα βιωματικά του αναγνώσματα τον τρόπο με τον οποίο ένα βιβλίο ανασυνθέτει την ταυτότητά μας, ανοίγοντας ένα άνοιγμα προς τη ζωή. Γιατί τα βιβλία δεν είναι ποτέ μόνο βιβλία.

(Από την παρουσίαση του βιβλίου στο οπισθόφυλλο)

Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Νέα κυκλοφορία - «Η ομίχλη» του Ράγκναρ Γιόνασον

Συγγραφέας: Ragnar Jónasson
Τίτλος πρωτοτύπου: Mistur
Είδος έργου: Μυθιστόρημα νουάρ
1η έκδοση στην ισλανδική γλώσσα: 2017
Ελληνικός τίτλος: Η ομίχλη
Μετάφραση από την αγγλική έκδοση: Βίκυ Αλυσσανδράκη
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Έτος έκδοσης: 2022

1987. Λίγες μέρες πριν απ’ τα Χριστούγεννα μια σφοδρή χιονοθύελλα ξεσπά σε ολόκληρη την Ισλανδία. Στα ανατολικά της χώρας, σε ένα μέρος ερημικό, ζει ένα ζευγάρι μεσήλικων ανθρώπων. Στο απομονωμένο τους αγροτόσπιτο, η Έρλα και ο Έιναρ προετοιμάζονται για τη δύσκολη νύχτα που έχουν μπροστά τους. Ώσπου κάποιος χτυπά την πόρτα τους. Είναι ένας απρόσκλητος επισκέπτης, ένας άγνωστος άντρας που ισχυρίζεται ότι έχασε το δρόμο του και ζητά καταφύγιο μες στην κακοκαιρία. Παρά τις επιφυλάξεις της γυναίκας, του επιτρέπουν τελικά να περάσει μέσα. Όμως, θα το μετανιώσουν πικρά, επειδή ο συγκεκριμένος άντρας λέει ψέματα και κρύβει καλά την αληθινή του ταυτότητα. Όταν πλέον κόβεται το ρεύμα και τα πάντα βυθίζονται στο σκοτάδι, αρχίζει μια πραγματική ιστορία τρόμου. Αργότερα η Χούλντα Χερμανσντότιρ, η επιθεωρήτρια της Αστυνομίας του Ρέικιαβικ, η οποία προσπαθεί να ξεπεράσει μια προσωπική της οικογενειακή τραγωδία, αναλαμβάνει την εξιχνίαση της υπόθεσης και μεταβαίνει εκεί, όπου μαζί με τα πτώματα την περιμένει ένα φριχτό, άλυτο μυστήριο.

Στην Ομίχλη ο Ράγκναρ Γιόνασον, αυτός ο θαυμάσιος αφηγητής, ο νέος μεγάλος αστέρας του σκανδιναβικού νουάρ, απογειώνει την τέχνη του.

(Από την παρουσίαση του βιβλίου στο οπισθόφυλλο)

Νέα κυκλοφορία - «Ο μισθοφόρος» του Στίβεν Πρέσσφιλντ

Συγγραφέας: Steven Pressfield
Τίτλος πρωτοτύπου: A Man at Arms
Είδος έργου: Ιστορικό μυθιστόρημα
1η έκδοση στην αγγλική γλώσσα: W. W. Norton & Company, Νέα Υόρκη 2021
Ελληνικός τίτλος: Ο μισθοφόρος
Μετάφραση: Αντώνης Καλοκύρης
Εκδόσεις: Πατάκης
Έτος έκδοσης: 2022

Ιερουσαλήμ και έρημος του Σινά, 1ος αι. μ.Χ.

Στον ταραγμένο απόηχο της σταύρωσης του Ιησού, αξιωματούχοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πληροφορούνται για έναν προσκυνητή που μεταφέρει την εμπρηστική επιστολή ενός θρησκευόμενου φανατικού σε στασιαστές στην Κόρινθο. Το περιεχόμενό της μπορεί να καταστρέψει το ρωμαϊκό οικοδόμημα. Οι Ρωμαίοι προσλαμβάνουν έναν πρώην λεγεωνάριο, τον μοναχικό πολεμιστή Τελαμώνα από την Αρκαδία, για να συλλάβει τον προσκυνητή προτού παραδώσει την επιστολή. Ο Τελαμώνας ακολουθεί έναν σκοτεινό προσωπικό κώδικα, όπου δεν υπάρχει χώρος για ευγενείς σκοπούς και ιδανικά. Θα συλλάβει, λοιπόν, τον κομιστή της επιστολής. Και τότε θα συμβεί κάτι που ούτε εκείνος ούτε η αυτοκρατορία θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει...

Ο Στίβεν Πρέσσφιλντ υπογράφει τη συγκλονιστική ιστορία ενός απρόθυμου ήρωα σε μια Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που δοκιμάζεται κατά τα πρώτα χρόνια μιας νέας θρησκείας που θα αλλάξει τον κόσμο.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2022

«Η μπαλαφάρα των τεσσάρων» - Μέρος 5ο

Διαβάστε το 1ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/1.html
Διαβάστε το 2ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/2.html
Διαβάστε το 3ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/3.html
Διαβάστε το 4ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/4.html
Η μπαλαφάρα των τεσσάρων - Μέρος 5ο

**Γράφει ο Παναγιώτης Κονιδάρης

      Τα αργόσυρτα μεταλλικά ρεύματα της Αλεξάνδρας διαδήλωναν την αέναη περιφορά τους με κακόηχα κορναρίσματα σα θυμωμένα ουροβόρα φίδια. Ο ουρανός είχε βαρύνει και είχε σκύψει επικίνδυνα πάνω από το Λεκανοπέδιο. Σε λίγο θα ξεσπούσε βροχή. Ο αστυνόμος έκλεισε το παράθυρο και τράβηξε την κουρτίνα. Ίσα που προλάβαινε να κάνει μια δυο ερωτήσεις στον Οικονόμου, το σκακιστή, πριν αναγκαστεί να υποδεχθεί στο γραφείο του τον υπουργό Τύπου.
      «Η πίσω πόρτα του συλλόγου που οδηγεί;» ρώτησε με ψιλοαδιάφορο ύφος κοιτώντας ταυτόχρονα τη σκακιέρα που είχε στήσει μπροστά του με τη θέση της επίμαχης σκακιέρας της δολοφονίας.
      «Στη σκάλα υπηρεσίας. Δεν τη χρησιμοποιούμε σχεδόν ποτέ. Βγάζει σε ένα σκοτεινό παράδρομο και από κει σε μια αλάνα» εξήγησε ο σκακιστής χωρίς να διστάσει.
      «Μάλιστα. Τα βράδια κλειδώνει;» επέμεινε ο Μπουλαξίζης.
      «Μα, φυσικά… Δεν είμαστε και ξέφραγο αμπέλι. Εντάξει, δεν έχουμε και τίποτε πολύτιμο στο σύλλογο να μας κλέψουν, εκτός ίσως από τη σεπτή εικόνα του Κασπάροβ και μερικά ρολόγια, αλλά κι αυτά τα κλειδώνουμε στην ντουλάπα. Υπάρχει πάντως μόνιμα ένα κλειδί στο πίσω μέρος της. Ο τελευταίος κλειδώνει. Ο τελευταίος που το θυμάται τουλάχιστον».
      «Κασπαροβικός, ε;» ενδιαφέρθηκε ο Πητ Μπουλ, μα πριν προλάβει ο άλλος να απαντήσει μπήκε στο γραφείο φουριόζος ο υπαστυνόμος Γεωργίου για να προαναγγείλει την έλευση του υπουργού.
      Το μέλος της κυβέρνησης σε λίγο καθόταν απέναντι από τον αστυνόμο έχοντας ακουμπήσει στο στενό γραφείο του Μπουλαξίζη, δίπλα στη σκακιέρα, ένα σαμσονάιτ, δύο βιαστικές φιλοφρονήσεις και τρία υποτιμητικά βλέμματα. Οι φουσκωτοί του Ρωσίδη περίμεναν απέξω. Ευτυχώς, διότι το γραφείο ήταν πράγματι στενό.
      «Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμος, κύριε υπουργέ;» ρώτησε ο αστυνόμος με σοβαρό ύφος. Στην πραγματικότητα είχε απολαύσει κάθε λέξη. Ο υπουργός έριξε μια λοξή ματιά στο πλάι γεμάτη νόημα. Στο σημείο που κατέληγε η ματιά καθόταν, σχεδόν χωρίς να αναπνέει, ο Γεωργίου.
      «Ο υπαστυνόμος είναι έμπιστός μου, άρα και δικός σας κύριε υπουργέ. Ο Γεωργίου είναι πιο εχέμυθος κι από τον ηγούμενο της μονής Γατοπεδίου μετά από εξομολόγηση» τον καθησύχασε ο Μπουλαξίζης με το ίδιο σοβαρό ύφος.
      «Ας είναι. Καταλαβαίνετε τη λεπτότητα της θέσης μου. Δε θέλω επουδενί να μαθευτεί το παραμικρό. Αρκετά μπλεξίματα έχω μέχρι σήμερα, καταλαβαίνετε…»
      «Καταλαβαίνω, καταλαβαίνω. Αν και… η έλευσή σας χωρίς την παρέμβαση του προϊστάμενού μου με κάνει να πιστεύω ότι δεν είναι μόνο οι φόβοι της δημοσιότητας αυτό που σας ταλανίζει, έτσι δεν είναι, κύριε υπουργέ;»
      Ο Ρωσίδης τον κοίταξε με ένα διαπεραστικό βλέμμα, προσπαθώντας να διαγνώσει την ικανότητα του συνομιλητή του και το πόσο θα μπορούσε να τον εμπιστευτεί. Στο τέλος έβγαλε το κινητό του, πάτησε ορισμένα πλήκτρα και έστρεψε την οθόνη προς τον αστυνόμο. Ο Πητ Μπουλ διάβασε το μήνυμα: «DANGER-PALAMID-64». Έδωσε το κινητό πίσω στον υπουργό αφού σημείωσε το νούμερο απ’ όπου είχε σταλεί το μήνυμα.
      «Είναι δικό της; Μάλιστα. Έτσι εξηγείται το πώς τη βρήκαμε γρήγορα τη…» (ο Μπουλαξίζης συμβουλεύτηκε τα χαρτιά του λες και δε θυμόταν το όνομα) «…την κυρία Νόρα Σέτσινγκ, μισή Γερμανίδα και μισή Ολλανδέζα, γεννηθείσα μια βραδιά στο Λεβερκούζεν, κάτοικο Ελλάδας τα τέσσερα τελευταία χρόνια, συγκεκριμένα στην Καλλιθέα, μεζονέτα, Σκρα 38, και συνοδό κυρίων στο επάγγελμα, σωστά;» κάρφωσε τη ματιά του στον υπουργό.
      «Φαντάζομαι ότι έτσι θα είναι. Τη γνώρισα σε ένα γκαλά. Μου τη σύστησε ο υπουργός Υγείας, αν καταλαβαίνετε. Δεν ξέρω πάρα πολλά, τη συναντούσα περίπου μία φορά τη βδομάδα, συνήθως σε ένα εξοχικό φίλου στην Εκάλη».
      Ο Μπουλαξίζης καταλάβαινε και με το παραπάνω. Ποιος μπορεί να αρνηθεί μια σύσταση του ίδιου του υπουργού Υγείας; Καλύτερο και από Ω3, σκέφτηκε, μα δεν το είπε στον υπουργό. Προτίμησε να ρωτήσει κάτι άλλο, λιγότερο υγιεινό.
      «Ήταν μπλεγμένη κάπου, κύριε υπουργέ; Έχετε λόγους να πιστεύετε κάτι τέτοιο;»
      Ο Ρωσίδης φάνηκε να κομπιάζει. Ο Πητ Μπουλ ήταν έμπειρος σε τέτοια.
      «Η… συχωρεμένη υπήρξε χρήστης;» επέμεινε ο αστυνόμος και η σιγή που ακολούθησε είχε κάτι από το κλίμα της Αρκτικής. Ο υπουργός, που κοιτούσε πια με θαυμασμό τον πενηντάρη μπάτσο με τα αποφασιστικά και έξυπνα μάτια, έσπασε τον πάγο αναστενάζοντας.
      «Ναι… δηλαδή… κάποιες φορές την είχα δει να κάνει χρήση… Της μιλούσα συχνά γι’ αυτό, όλο μου υποσχόταν ότι θα το κόψει, μα…»
      «Κοκαΐνη;» ρώτησε ο αστυνόμος, αν και το ερωτηματικό του φάνηκε περιττό. Ο άντρας ένευσε καταφατικά.
      «Ευχαριστώ, κύριε υπουργέ, για τη βοήθειά σας», σηκώθηκε πρώτος ο Μπουλαξίζης, που δεν καταλάβαινε και πολλά από τύπους και ιεραρχίες και που είχε καταφέρει να μετατρέψει μια εισβολή ανωτέρου σε ανάκριση. «Μπορείτε να κοιμάστε ήσυχος. Η Ελληνική Αστυνομία βρίσκεται σε καλό δρόμο. Αν χρειαστώ κάποια συμπληρωματική πληροφορία θα σας ενοχλήσω όσο πιο διακριτικά γίνεται. Χαιρετισμούς στη γυναίκα σας, κύριε υπουργέ».
      Ο Μπουλαξίζης, αμέσως μετά που έκλεισε η πόρτα, πήγε προς το παράθυρο αμίλητος. Η βροχή είχε ξεσπάσει πριν λίγα λεπτά και τώρα έπαιρνε να δυναμώνει. Μια γυναίκα έτρεχε στο δρόμο βάζοντας ένα βιβλίο πάνω από το κεφάλι της. Ένας σκύλος με την ουρά στα σκέλια χωνόταν κάτω από ένα φορτηγό με αναμμένα αλάρμ. Δύο οδηγοί είχαν σταματήσει τα αυτοκίνητά τους αντικριστά και βρίζονταν με τα κεφάλια έξω από το παράθυρο, στη βροχή. Το οδόστρωμα είχε γίνει γλιστερό και στις άκρες του έτρεχαν βρώμικα ρυάκια. Πιο βρώμικα από αυτά που κυλούσαν συνήθως στους δρόμους και στις ζωές των ανθρώπων στην ακοίμητη πόλη.
      Ο άντρας στον τρίτο όροφο της ΓΑΔΑ δε φαινόταν να τα προσέχει όλα αυτά. Κοιτούσε μα δεν έβλεπε. Το μυαλό του επεξεργαζόταν στοιχεία και προσπαθούσε να τα αναλύσει και να τα συνθέσει ξανά όπως κάθε καλός σκακιστής. Ο υπαστυνόμος Γεωργίου είχε πια συνηθίσει αυτά τα νοητικά βυθίσματα του Μπουλαξίζη και προτιμούσε να μην τον διακόπτει. Άφησε να κυλήσει έτσι μισή ώρα και μετά ξερόβηξε.
      «Τι συμπέρασμα βγαίνει απ’ όλα αυτά, αστυνόμε;»
      Ο Μπουλαξίζης τρεμόπαιξε τα βλέφαρα σα να ξυπνούσε απότομα και στράφηκε προς το βοηθό του με απροθυμία. Πάντα απολάμβανε τη διαδικασία της σκέψης. Την προτιμούσε από το να τρέχει πίσω από Πλύμουθ με δανεικά Ιβέκο ή από το να γίνεται τσιμπούρι σε ξεχασμένους από το χρόνο οπαδούς ομάδων και θρησκειών. Κάθισε αργά στο γραφείο του.
      «Υπάρχουν σημεία που έχουν ξεκαθαρίσει και άλλα που παραμένουν σκοτεινά» είπε στο τέλος σιβυλλικά.
      «Αστυνόμε, αυτό θα μπορούσε να το έχει πει κι ο Βούδας, με την ίδια επιτυχία. Κάτι πιο κατανοητό;»
      «Φοβόταν. Η γκόμενα λέω, φοβόταν. Αυτό είναι φανερό. Να, τσέκαρε και τον αριθμό του τηλεφώνου, μα δεν έχω αμφιβολία για το ότι είναι δικός της. Για να φοβάται κανείς, είτε έχει κάνει κάτι κακό ή έχει κακό συναπάντημα. Ή και τα δύο. Ωραία μέχρι εδώ. Αυτή σκάκι δεν ήξερε. Τουλάχιστον έτσι φαίνεται να πιστεύει ο Ρωσίδης. Τότε τι δουλειά είχε σε σκακιστικό σύλλογο; Προφανώς την οδήγησε εκεί κάποιος ή κάποιοι που είχαν σχέση με το σύλλογο, αφού ήξεραν πως θα μπορούσαν να αφήσουν ξεκλείδωτη την πίσω πόρτα και να μπουν το βράδυ ανενόχλητοι».
      «Θα μπορούσαν ακόμα και να έχουν βγάλει αντικλείδι, αν ήταν άτομα του σκακιστικού συλλόγου» προσπάθησε να συμβάλει στη συλλογιστική ο Γεωργίου.
      «Το θεωρώ λιγότερο πιθανό, γιατί θα μπορούσε κάποιος να καταλάβει ότι το κλειδί έλειπε από τη μόνιμη θέση του πίσω από την πόρτα, αλλά ακόμα κι έτσι καταλαβαίνουμε πως έχουμε σκακιστή ή σκακιστές μπλεγμένους. Μπήκαν λοιπόν από την πίσω πόρτα, αλλά κουβαλούσαν και ένα πιστόλι με σιγαστήρα. Κανείς δεν άκουσε μπαμ στη γειτονιά. Ποιος πάει σε ραντεβού με μια πανέμορφη Ολλανδέζα και κουβαλάει πιστόλι; Και ποιος έχει σιγαστήρα στο πιστόλι του, εκτός από τον αποφασισμένο για το πώς θα το χρησιμοποιήσει;»
      Ο αστυνόμος συνοφρυωμένος έκανε παύση και άπλωσε το χέρι του να πιάσει το πακέτο με τα τσιγάρα. Θυμήθηκε πως το είχε κόψει -μαχαίρι, από τα τρία πακέτα- πριν ένα μήνα και συμμάζεψε το χέρι και τις σκέψεις του ξανά. Ο υπαστυνόμος Γεωργίου τον παρακολουθούσε με ενδιαφέρον.
      «Πάμε τώρα στο θέμα της σκακιέρας. Τα κομμάτια ήταν ανακατεμένα. Η παρτίδα δεν έμοιαζε με κανονική, αυτό το διαπίστωσα από την αρχή. Τι ήταν όμως;» έδειξε πάνω στο γραφείο του ο Πητ Μπουλ. Ο Γεωργίου πλησίασε.
      «Δες, άσπρα και μαύρα κομμάτια ανάκατα, σχεδόν χωρίς να λείπει τίποτε, εκτός από το μαύρο βασιλιά και το πιόνι. Σκέφτηκα αρχικά κάποιες εκκεντρικές εκδοχές του παιχνιδιού όπως τη μανσούβα, μα καμιά από αυτές δε συνάδει με τη θέση. Θα μπορούσε βέβαια να είναι μια κατασκευασμένη θέση, ένα πρόβλημα…»
      «Τι εννοείς πρόβλημα;» απόρησε ο Γεωργίου που οι γνώσεις του στα επιτραπέζια δεν είχαν ταξιδέψει έξω από τα σύνορα της Μονόπολυ.
      «Άσκηση σκακιστική, πώς να στο πω; Σαν γρίφος για να τον λύσεις. Κατάλαβες; Ωραία. Όμως κι αυτό ακόμα μου φαινόταν απίθανο. Εξάλλου όλα αυτά θα προϋπέθεταν η Νόρα Σέτσινγκ να ήξερε σκάκι και να δεχόταν τα μαύρα μεσάνυχτα να λύσει ένα πρόβλημα. Φοβάμαι πως αποτελούσε η ίδια πρόβλημα για κάποιον κι αυτός την έβγαλε από τη μέση».
      «Εννοείς κάτι σαν να μην είχε να πληρώσει τη δόση της; Και τότε πάλι, τα κομμάτια στη σκακιέρα τι ρόλο έπαιζαν; Ήταν κάτι τυχαίο;»
      «Φοβάμαι ότι ήταν ακριβώς αυτό: Τυχαίο!» είπε θριαμβικά ο Μπουλαξίζης.
      «Δηλαδή;»
      «Τα κομμάτια τοποθετήθηκαν εκεί όχι αναπαριστώντας τις κινήσεις στην σκακιέρα, μα επειδή κάποιος απλά τα σήκωνε και τα μετακινούσε, έτσι, χωρίς σχέδιο».
      «Αστυνόμε, με το συμπάθιο, μα εξακολουθώ να μην το καταλαβαίνω αυτό το παιχνίδι».
      Ο Μπουλαξίζης τότε πήρε δύο πιόνια από τη σκακιέρα και τα έδωσε στον υπαστυνόμο. Αυτός τα κράτησε με απορία, ένα στο κάθε χέρι.
      «Πώς σου φαίνονται;» ρώτησε με χαμόγελο ο Πητ Μπουλ.
      «Ξέρω ’γω; Μάλλον ίδια. Ολόιδια θα έλεγα».
      Τότε ο αστυνόμος τράβηξε από τη μέσα τσέπη του σακακιού του ένα σακουλάκι. Ο Γεωργίου γούρλωσε τα μάτια του καθώς αναγνώρισε αμέσως το πιόνι που είχε μαζέψει ο αστυνόμος από τη σφιχτή γροθιά του πτώματος.
      «Μα… αυτό είναι… Δεν το δώσατε στη Σήμανση;» έφριξε ο καθώς πρέπει μπάτσος.
      «Χαλάρωσε, Γεωργίου, θα μου πάθεις τίποτε. Θα το πας εσύ στη Σήμανση σε λίγο. Απλά ήθελα να έχω το χρόνο να το επεξεργαστώ με την ησυχία μου. Και όπως βλέπεις το κάνω μπροστά σου. Πιάσε μου ένα ζευγάρι πλαστικά γάντια. Έτσι μπράβο! Για να δούμε τι θα δούμε, που έλεγε κι ο μπάρμπα-Μυτούσης ή κάποιος τέτοιος τέλος πάντων…»
      Ο Μπουλαξίζης περιεργάστηκε το εύρημα με προσοχή, το περιέστρεψε, το ζύγισε στο χέρι του και στο τέλος το έδωσε στον υπαστυνόμο. Αυτός φόρεσε ένα ζευγάρι γάντια και το έπιασε προσεκτικά. Το σύγκρινε με ένα από τα άλλα πιόνια όπως του υπέδειξε ο προϊστάμενός του.
      «Έχετε δίκιο, αστυνόμε, είναι λίγο πιο βαρύ τούτο το πιόνι» δήλωσε εντέλει κατηγορηματικά επιστρέφοντας το.
      Ο Μπουλαξίζης το πήρε και άρχισε να το σφίγγει ανάμεσα στα δάχτυλά του. Έμοιαζε να πιέζει το κάτω μέρος του πιονιού, το οποίο έδειχνε όμοιο με όλα τα άλλα.
      «Γι’ αυτό τα μετακινούσαν…» έλεγε καθώς συνέχιζε την προσπάθεια «…για να δουν πιο είναι το βαρύ, όχι για να κάνουν κινήσεις στη σκακιέρα».
      Ένα «πουκ» ακούστηκε και ο αστυνομικός σταμάτησε την προσπάθεια. Χωρίς να αφήσει το πιόνι από τα χέρια του, τράβηξε με τον αγκώνα του μια καθαρή σελίδα χαρτί. Ο Γεωργίου έσκυψε πάνω από τον ώμο του καθώς η περιέργειά του είχε εκτοξευτεί σε δυσθεώρητα ύψη. Ο Μπουλαξίζης έγειρε προσεκτικά τον πάτο του πιονιού, που είχε πια ανοίξει για τα καλά, και άφησε να κυλήσει στο λευκό χαρτί λίγη ποσότητα από μια, ακόμα πιο λευκή, σκόνη. Ο Γεωργίου πλησίασε κι άλλο με μισάνοιχτο από την έκπληξη στόμα.
      «Σκοπεύεις να κάνεις μυτιά;» του πέταξε πάνω απ’ τον ώμο του ο Πητ Μπουλ κι εκείνος συμμαζεύτηκε άρδην.
      «Δηλαδή, την καθάρισαν για την κόκα;»
      «Εκεί που πας να τα ξεκαθαρίσεις στο μυαλό σου, εκεί ακριβώς μου τα μπερδεύεις. Την κόκα την έπαιρνε η κυρία γκομε-Νόρα. Αν ενδιέφερε το δολοφόνο η σκόνη, λες να την άφηνε να βουτήξει το πιόνι στο χεράκι της και να το κρατάει ζηλότυπα μέχρι να καταφθάσει το ιππικό; Στην ανάγκη θα της έκοβε και το χεράκι μαζί. Όχι, το παιχνίδι ήταν πιο μεγάλο. Εξάλλου, λείπει και ο βασιλιάς. Ο μαύρος βασιλιάς. Κι αυτός χωράει μεγαλύτερη ποσότητα. Ανταλλαγή, Γιάννη! Η γκόμενα κάτι έφερνε και την πλήρωναν με τη δόση της».
      «Σαν τι δηλαδή;»
      «Σαν αυτό δηλαδή» είπε ο Μπουλαξίζης και, τινάζοντας μια τελευταία φορά το πιόνι, κάθισε πάνω στη θίνα του ναρκωτικού ένα λαμπερό κομμάτι γυαλί.
      «Τι… Τι ’ν’ τούτο;»
      «Άνθρακας ο θησαυρός. Αλλά άνθρακας με τη σωστή διάταξη των κρυστάλλων του και τη σωστή φροντίδα από έναν αδαμαντογλύφο» είπε ο Μπουλαξίζης και σήκωσε ψηλά το διαμάντι, που το ισχνό βρεγμένο φως που έμπαινε από το δακρυσμένο τζάμι τού στερούσε κάμποση από τη δόξα του.
………………………………………………………………
      Ο Στέλιος, αυτός που κάποιοι αρέσκονταν να ονομάζουν «μπεκρή», ήταν χρόνια καρφί της αστυνομίας. Ποιος θα υποψιαζόταν ποτέ έναν κακόμοιρο ρακοσυλλέκτη με έφεση σε κάθε υγρό που μετράται σε βαθμούς αλκοόλης, για ρουφιάνο; Τη βροχερή εκείνη μέρα ο Στέλιος ήταν σε διατεταγμένη υπηρεσία, απέναντι από το καφενείο «Εθνικός 1924». Έπρεπε να κόβει κίνηση και να κοζάρει αν θα διάβαιναν το κατώφλι του δύο τύποι που του είχαν δείξει τα σκίτσα τους και που ο εργοδότης του, ο υπαστυνόμος Γεωργίου, ονόμαζε -κατά περίεργο τρόπο- Διόσκουρους. Δεδομένου ότι ο Στέλιος πληρωνόταν προκαταβολικά, το μόνο πρόβλημα ήταν η κωλοβροχή, που δεν έλεγε να σταματήσει. Είχε βρει τελικά ένα χαρτοκιβώτιο για να το κάνει πρόχειρη σκέπη, όταν τους είδε. Προχωρούσαν δίπλα-δίπλα και έμοιαζαν πολύ σε αυτό που περίμενε. Μπήκαν στο καφενείο του Τουρκομένη και ο Στέλιος αποφάσισε να αφήσει να περάσουν λίγα λεπτά πριν μπουκάρει μέσα, για να μην καρφωθεί με το καλημέρα. Η βροχή σύντομα δυνάμωσε και ο ρακοσυλλέκτης ψυλλιάστηκε πως απέχει λίγο από την πνευμονία και ακόμα λιγότερο από το Τζάνειο και κίνησε να μπουκάρει στα ενδότερα βλαστημώντας το διάολο και την Κόλαση.
      Δύο δεύτερα αργότερα ο Σατανάς αυτοπροσώπως περνούσε από τη γειτονιά καθώς η εκκωφαντική έκρηξη και οι τερατώδεις γλώσσες φωτιάς που τινάχτηκαν από το καφενείο του Τουρκομένη ήταν σα να άνοιγε η πόρτα της Κόλασης στη φάτσα του Στέλιου, που ίσα και πρόλαβε να σωριαστεί ενδεής στο έδαφος.

(Συνεχίζεται)

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

«Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα» του Παναγιώτη Κονδύλη

Συγγραφέας: Παναγιώτης Κονδύλης
Τίτλος πρωτοτύπου: Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα
Είδος έργου: Φιλοσοφική, πολιτική και κοινωνιολογική μελέτη
Επιμέλεια: Αιμίλιος Καλιακάτσος
Εκδόσεις: Στιγμή
Έτος έκδοσης: 1984

Η πνευματική σχέση του Marx με την αρχαία Ελλάδα μπορεί να ενταχθεί σ' ένα τριμερές σχήμα, που θα περιλάμβανε μια πλευρά προσανατολισμένη φιλοσοφικά-αισθητικά και σχεδόν ανεπιφύλακτα καταφατική, μια άλλη πλευρά προσανατολισμένη ιστορικά-κοινωνιολογικά, όπου το αρχαιοελληνικό φαινόμενο βλέπεται κριτικά και σχετικοποιείται, και τέλος μια τρίτη πλευρά, όπου η καταφατική και η κριτική-σχετικιστική θεώρηση συμφιλιώνονται στο πλαίσιο μιας ορισμένης φιλοσοφίας της ιστορίας. Οι τρεις αυτές πλευρές συνυπάρχουν, και μάλιστα σε συνειδητή ισορροπία, μέσα στην ώριμη σκέψη του Marx, δηλαδή του Marx προπαντός ως συγγραφέα των Grundrisse και του Κεφαλαίου ωστόσο δεν διαμορφώνονται ταυτόχρονα, παρά διαδοχικά, και η διαμόρφωσή τους συναρτάται με την γενική κίνηση της σκέψης του Marx από τις φιλοσοφικές κι αισθητικές νεοεγελιανές απαρχές της προς την μεγαλεπήβολη εκείνη σύλληψη της ιστορικής ζωής των ανθρώπων, η οποία αναμφίβολα κάνει τον Marx έναν από τους μεγάλους θεμελιωτές των συγχρόνων κοινωνικών επιστημών. Με άλλα λόγια: προτού ακόμη ο Marx γίνει... μαρξιστής έχει ήδη σχηματισμένη μια ορισμένη, οπωσδήποτε καταφατική αντίληψη για το αρχαιοελληνικό φαινόμενο, το οποίο επιπλέον στα μάτια του συμβολίζει την πραγμάτωση ή εν πάση περιπτώσει συνδέεται με την επιδίωξη συγκεκριμένων ηθικών κι αισθητικών αξιών.

(Από την έκδοση)

Τρίτη 26 Ιουλίου 2022

«Θάνατος στο δάσος και άλλα διηγήματα» του Σέργουντ Άντερσον

Συγγραφέας: Sherwood Anderson
Τίτλος πρωτοτύπου: Death in the Woods and other Stories
Είδος έργου: Συλλογή διηγημάτων
1η έκδοση στην αγγλική γλώσσα: Boni & Liveright, Νέα Υόρκη 1933
Ελληνικός τίτλος: Θάνατος στο δάσος και άλλα διηγήματα
Μετάφραση - Επίμετρο: Σπύρος Γιανναράς
Εκδόσεις: Έρμα
Έτος έκδοσης: 2019

Ο Σέργουντ Άντερσον υπήρξε μια κορυφαία μορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Με το έργο του εναντιώθηκε στην ιδέα του αμερικανικού ονείρου στα σπάργανά της, καταγγέλλοντας μέσα από τους χαρακτήρες της λογοτεχνίας του τη θανατερή αποξένωση, την απελπιστική μοναξιά των ανθρώπων και τον εκφυλισμό των διαπροσωπικών σχέσεων. Επηρέασε ένα πλήθος ομότεχνών του, όπως τον Ουίλλιαμ Φώκνερ, τον Χένρυ Μίλλερ, τον Ρέυμον Κάρβερ και πολλούς άλλους.

Η συλλογή διηγημάτων Θάνατος στο δάσος συγκαταλέγεται στα καλύτερα έργα του Άντερσον και περιλαμβάνει μερικά από τα περισσότερο ανθολογημένα διηγήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας.

(Από την παρουσίαση του βιβλίου στο οπισθόφυλλο)

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2022

«Άρωμα Πάγου» της Γιόκο Ογκάουα

Συγγραφέας: 小川 洋子 (Yōko Ogawa)
Τίτλος πρωτοτύπου: 凍りついた香り(Kōritsui ta kaori)
Είδος έργου: Μυθιστόρημα
1η έκδοση στην ιαπωνική γλώσσα: 1998
Ελληνικός τίτλος: Άρωμα Πάγου
Μετάφραση: Παναγιώτης Ευαγγελίδης
Εκδόσεις: Άγρα
Έτος 1ης έκδοσης: 2007

Με το θάνατο του συντρόφου της, η Ρυόκο συνειδητοποιεί ότι δεν ήξερε τίποτε γι' αυτόν. Ο νεαρός άντρας, ονόματι Χιρογιούκι, αρωματοποιός το επάγγελμα, αυτοκτόνησε στο εργαστήριό του, όπου παρασκεύαζε εξαίσια αρώματα χρησιμοποιώντας τόσο την απαράμιλλη μνήμη του όσο και τις επιστημονικές του γνώσεις. Επιστρέφοντας στον τόπο του δράματος, η Ρυόκο ελπίζει ότι θα καταλάβει τα αίτια της απεγνωσμένης αυτής πράξης, ωστόσο το μόνο που βρίσκει είναι μερικές αινιγματικές φράσεις γραμμένες σε μια δισκέτα.

Ανίκανη να πενθήσει τον αινιγματικό αυτόν άντρα, η Ρυόκο ανασυνθέτει με αργούς ρυθμούς το παρελθόν του. Θα ανακαλύψει ότι ο Χιρογιούκι στην εφηβεία του, δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, είχε βρεθεί στην Πράγα ως μαθηματική ιδιοφυΐα και εκεί, στην πόλη αυτή, η μνήμη και τα αρώματα θα αποκτήσουν τον συνδετικό ιστό τους.

Στο μυθιστόρημα αυτό η Γιόκο Ογκάουα δομεί ένα γοητευτικό έργο όπου τα πρόσωπα ενσαρκώνουν σιωπηλά τον άφατο πόνο της ζωής. Ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό, στο συμβολικό και το ασύνειδο, η συγγραφέας αγγίζει εδώ την καρδιά των ανθρώπινων υπάρξεων, την πηγή της μνήμης τους.

(Από την παρουσίαση του βιβλίου στο οπισθόφυλλο)

Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

Σκέψεις για τη ζωγραφική - Αουγκούστ Μάκε

Αουγκούστ Μάκε, Κόκκινο σπίτι στο πάρκο, 1914

«Να δημιουργεί κανείς σχήματα σημαίνει να ζει. Μήπως τα παιδιά, που χτίζουν απευθείας μέσα από τα μυστικά των συναισθημάτων τους, δεν είναι πιο δημιουργικά από τους μιμητές της ελληνικής μορφής; Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει και με τους πρωτόγονους καλλιτέχνες, που έχουν τη δική τους μορφή, δυνατή σαν τη μορφή του κεραυνού;»

Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

«Ισχύς και Απόφαση» του Παναγιώτη Κονδύλη

Συγγραφέας: Παναγιώτης Κονδύλης
Τίτλος πρωτοτύπου: Macht und Entscheidung. Die Herausbildung der Weltbilder und die Wertfrage
Είδος έργου: Φιλοσοφική πραγματεία
1η έκδοση στη γερμανική γλώσσα: Klett-Cotta, Στουτγάρδη 1984
Ελληνικός τίτλος: Ισχύς και απόφαση. Η διαμόρφωση των κοσμοεικόνων και το πρόβλημα των αξιών
Εκδόσεις: Στιγμή
Έτος έκδοσης: 1991

**Γράφει ο Αιμίλιος Καλιακάτσος

Η φιλοδοξία του βιβλίου Ισχύς και απόφαση είναι να διατυπωθεί μια γενική θεωρία για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι κοσμοεικόνες των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων καθώς και οι αξιολογίες ή τα ιδεώδη τους. Αυτό γίνεται με άξονα την ανάλυση δύο θεμελιωδών εννοιών, δηλαδή των εννοιών «ισχύς» και «απόφαση». Ο Κονδύλης ξεκινά από έναν ορισμό τής έννοιας «απόφαση» ριζικά διαφορετικό από εκείνον ο οποίος συνίσταται στις σύγχρονες υπαρξιστικές φιλοσοφίες και δείχνει με ποιους μηχανισμούς η θεμελιώδης «απόφαση» κάθε υποκειμένου, δηλαδή ο τρόπος που διαμορφώνει την κοσμοεικόνα του, αρθρώνει την ανάγκη του να προσανατολιστεί μέσα στον κοινωνικό κόσμο και να αποκτήσει σταθερή ταυτότητα, δηλαδή να διασφαλίσει την αυτοσυντήρησή του. Ο αγώνας για αυτοσυντήρηση είναι όμως παράλληλα αγώνας για κοινωνική ισχύ, εφόσον διεξάγεται στο σημείο τομής πολλών ταυτόχρονων και αντιφατικών επιδιώξεων για αυτοσυντήρηση. Μέσα στη βασική αυτή προοπτική εξηγείται ποιο είναι το νόημα και η λειτουργία των ιδεών μέσα στην κοινωνική συμβίωση, και ιδιαίτερα πώς συνδέεται η υπεράσπιση μεταφυσικών ή ηθικών ιδεών και αξιών με τις πολεμικές ανάγκες και τις αξιώσεις ισχύος των κοινωνικών υποκειμένων∙ επίσης εξηγείται η αντιφατική δομή των κοινωνικών θεσμών και οι λόγοι της αδιάκοπης κύμανσής τους στο πλαίσιο του αγώνα για μονοπώληση της κοινωνικής ισχύος. Τέλος, αναλύεται ο χαρακτήρας και οι πολεμικές λειτουργίες της πνευματικής, και μάλιστα της θεωρητικής παραγωγής. Οι αναλύσεις του βιβλίου κινούνται ταυτόχρονα στο φιλοσοφικό, το ανθρωπολογικό και το κοινωνιολογικό επίπεδο, και ο σκοπός του είναι να δώσει απαντήσεις σε έσχατα ερωτήματα που αφορούν τις προϋποθέσεις κάθε ανθρώπινης σκέψης και δραστηριότητας. Πρόκειται για μια συμπύκνωση μακρών μελετών και εμπειριών, γραμμένη σε ύφος σφιχτό και επιγραμματικό, συνάμα όμως και γλαφυρό. Στο έργο αυτό ο συγγραφέας διατυπώνει σε γενικευμένη μορφή τις θεωρητικές αρχές, στις οποίες στηρίζονται οι αναλύσεις των πολιτικών και των ιστορικών του έργων.

(Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα του)

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

«Η μπαλαφάρα των τεσσάρων» - Μέρος 4ο

Με το 4ο μέρος της «μπαλαφάρας» συμπληρώνεται σήμερα το πρώτο μισό της νουβέλας.
Διαβάστε το 1ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/1.html
Διαβάστε το 2ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/2.html
Διαβάστε το 3ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/3.html
Η μπαλαφάρα των τεσσάρων - Μέρος 4ο

**Γράφει ο Schrödinger's Cat

      Ένας άνθρωπος που θα στοιχημάτιζες βλέποντάς τον πως στη ζωή του δε συνέβη ποτέ τίποτε συνταρακτικό, ένας ήσυχος υπαλληλάκος μιας εταιρείας εισαγωγών-εξαγωγών και πρόεδρος του σκακιστικού συλλόγου της οδού Παλαμήδη 64, που φορούσε τραγικά ματομπούκαλα τα οποία τόνιζαν τη μηδαμινότητά του, καβάλα σε μια θεόρατη Πλύμουθ και ζωσμένος με ένα Σμίθ εντ Γουέσσον. Ακόμα και το όνομά του ήταν ασήμαντο, όνομα κοινό, τίποτα που να φέρνει σε Κομνηνό, Άννινο ή Κατακουζηνό. Γιάννης Οικονόμου, 47 ετών, άγαμος, γεννηθείς στην Αταλάντη Φθιώτιδας. Ο τύπος του ανθρώπου που το δίχως άλλο, τα μόνα ξενύχτια που έχει κάνει στη ζωή του είναι στο γραφείο της εταιρείας, κολυμπώντας στα παραστατικά και τα τιμολόγια, όταν έχει διαφανεί έλλειμα ενός ευρώ.
      Ο Μπουλαξίζης παρακολούθησε την ανάκριση στη ΓΑΔΑ. Το αυτοκίνητο ήταν νοικιασμένο εδώ και πέντε μέρες, από ένα γραφείο ενοικιάσεως που διαθέτει κυρίως οχήματα μεγάλου κυβισμού και λιμουζίνες για ειδικές εκδηλώσεις. Αυτό αποδεικνυόταν τόσο από τον αριθμό κυκλοφορίας όσο και από την απόδειξη ενοικιάσεως που βρέθηκε διπλωμένη στο κάθισμα του συνοδηγού και που ήταν στο όνομα του Οικονόμου. Κανείς δεν σου απαγορεύει να νοικιάζεις αντίκες, αλλά είθισται να οφείλεις να δώσεις εξηγήσεις πώς βρέθηκες αρματωμένος με ένα περίστροφο στα στενά του Πειραιά. Ο Οικονόμου, ο κατατρομοκρατημένος ανθρωπάκος της χτεσινής νύχτας, ήταν αυτή τη φορά νηφάλιος και απαντούσε σταθερά στις ερωτήσεις. Δεν είχε δικό του αυτοκίνητο, αλλά με τις οικονομίες του, μια-δυο φορές το χρόνο έκανε το τρελό κομμάτι του, οδηγώντας πανάκριβα αμάξια που νοίκιαζε από το εξειδικευμένο γραφείο. Ο ιδιοκτήτης του γραφείου, ένας ροδαλός φαλακρός, κλήθηκε και το επιβεβαίωσε. Το θέμα όμως ήταν το Σμίθ εντ Γουέσσον, για το οποίο ο Οικονόμου έφερε δικαιολογίες που ένας έμπειρος αστυνομικός μπορεί να τις εκλάβει μόνο ως προσβλητικές για την κοινή νοημοσύνη. Είπε πως το όπλο ήταν «κληροδότημα» ενός δεύτερου ξαδέλφου του, του Πρόδρομου Ντίκα, ανθρώπου της νύχτας, ο οποίος είχε ρίξει μαύρη πέτρα στη Ελλάδα και εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια τα ίχνη του χάνονταν στη Νότια Αφρική (ίσως) ή σε κάποιο νεκροταφείο (το πιθανότερο). Για κάποιον παράξενο λόγο ο Ντίκας ένιωθε συμπάθεια και στοργή για τον ασήμαντο συγγενή του, τον Οικονόμου, από την εποχή που παίζανε μαζί σκάκι στην Αταλάντη και, λίγο πριν διαφύγει στο εξωτερικό με πλαστό διαβατήριο, τον είχε επισκεφτεί στο διαμέρισμά του και του είχε παραδώσει το όπλο, σαν ενθύμιο, αφού δεν θα ξαναβλεπόντουσαν ποτέ και αφού δεν μπορούσε να το μεταφέρει με το αεροπλάνο. Ο Οικονόμου όλα αυτά τα χρόνια το διατηρούσε σε μια απόκρυφη γωνία της ντουλάπας του, ανάμεσα σε κάτι κατασκονισμένα μετάλλια και κύπελα της σκακιστικής του νεότητας. Μετά όμως από την τρομερή δολοφονία της αλλοδαπής στο εντευκτήριο του συλλόγου, το περασμένο βράδυ, ένιωθε πως και ο ίδιος βυθιζόταν στα ενδότερα μιας γκανγκστερικής ιστορίας που δεν μπορούσε να καταλάβει που θα οδηγούσε. Έτσι ανέσυρε το περίστροφο από τη ντουλάπα για κάθε ενδεχόμενο, επειδή οσμιζόταν ότι κινδύνευε και η δική του ζωή. Και αγαπούσε ο καημένος την ασήμαντη ζωούλα του. Όταν είδε μέσα από τα τζάμια της Πλύμουθ τον Μπουλαξίζη, πεζό, έσπευσε να εξαφανιστεί, δεν θα μπορούσε να τον πείσει για όλα αυτά τα τρελά. Δεν τα κατάφερε όμως.
      Τα εργαστήρια του εγκληματολογικού αποφάνθηκαν με πρωτοφανή ταχύτητα. Το Σμίθ εντ Γουέσσον δεν ήταν το όπλο του εγκλήματος. Αποκλείστηκε παντελώς η εκδοχή να έχει δολοφονηθεί η άτυχη αλλοδαπή με το συγκεκριμένο εργαλείο. Ο ανθρωπάκος θα περνούσε δεύτερη ανάκριση, από τους υψηλοαξιωματούχους της αντιτρομοκρατικής, σε λίγα λεπτά. Όταν κυκλοφορείς με νοικιασμένο αυτοκίνητο και κατέχεις ένα περίστροφο και έχεις τόσο άνοστη φάτσα, είναι πολύ πιθανό να είσαι τρομοκράτης· και όχι μόνο τρομοκράτης, αλλά τρομοκράτης εν υπηρεσία. Στην υπηρεσία είχε σημάνει συναγερμός, γιατί τούτη εδώ δεν ήταν μια τυπική περίπτωση με όπλα και ποινικούς. Μπορεί να βρίσκονταν στην αρχή ενός νήματος που θα χάριζε σημαντικά γαλόνια αλλά και καντάρια δόξας σε πολλούς.
      Ο Μπουλαξίζης ζήτησε, πριν αρχίσει η δεύτερη ανάκριση, να συνομιλήσει μόνος του με τον Οικονόμου. Οι συνάδελφοί του δεν έφεραν αντίρρηση, έτρεφαν απόλυτο σεβασμό και θαυμασμό για τον Πητ Μπουλ, όπως και κάθε απλός μπάτσος, για το σπάνιο είδος του μορφωμένου και έξυπνου μπάτσου, που ενσάρκωνε ο Μπουλαξίζης.
      «Ξέχασα να σου πω χτες, πως έχω κάποιον Αποστόλη Οικονόμου, δάσκαλο, σχεδόν αδελφικό φίλο. Είναι και αυτός από ένα χωριό κοντά στην Αταλάντη, καμιά φορά δεν ξέρεις... Μήπως έχεις καμιά συγγένεια;»
      «Όχι, κύριε αστυνόμε» απάντησε ο εξουθενωμένος Οικονόμου.
      Στην πραγματικότητα ο Μπουλαξίζης δεν ήξερε κανέναν Αποστόλη Οικονόμου, απλώς ήταν ένα εύρημα για να σπάσει λίγο η απόσταση εξουσιαστή-ανακρινόμενου...
      «Φίλε μου, αν θέλεις τη γνώμη μου, όλα αυτά που είπες στους συναδέλφους τα πιστεύω απόλυτα. Δεν είσαι ο άνθρωπος που έχει κάτι να κρύψει. Πιστεύω θα ξεμπλέξεις εύκολα, το δικαστήριο θα σου επιβάλλει μια ποινή με αναστολή για παράνομη οπλοκατοχή. Σιγά το πράγμα, αν ήταν τόσο τραγικά τα πράγματα όλη η Κρήτη θα έπρεπε να βρίσκεται στη στενή. Δεν κινδυνεύεις. Με την αντιτρομοκρατική θα είναι λίγο μπέρδεμα, γιατί αυτοί ξεψαχνίζουν όλες τις υποθέσεις, μπας και πιάσουν λαγό, αλλά θα είμαι και εγώ παρών, δεν θα υπάρχει πρόβλημα. Δεν είχες ποτέ τίποτα σχέσεις με εξωκοινοβουλευτική αριστερά, έτσι;»
      «Όχι, κύριε αστυνόμε, ούτε έχω πάει ποτέ σε διαδήλωση. Έχω ψηφίσει μόνο Ανδρέα, Σημίτη και Καραμανλή, ποτέ τίποτα ύποπτο, μου λου και τέτοια».
      «Αλλά το κατέχεις το μου λου» σάρκασε ο Μπουλαξίζης. «Δεν με ενδιαφέρουν τα πολιτικά σου πιστεύω,» συνέχισε ο αστυνόμος «ζήτησα να μείνουμε λίγο μόνοι για να μου πεις για τον Φίσερ. Οι σκακιστικές στήλες των εφημερίδων έχουν φτωχύνει πολύ από τότε που έφυγε ο Σιαπέρας και δεν έχω ενημέρωση, ούτε ίντερνετ και τέτοια κόλπα. Απλώς έμαθα πως πέθανε μισότρελος, στην Ισλανδία. Είδα και κάτι φωτογραφίες του, ήταν με γενειάδες, άπλυτος και με σηκωμένα μπατζάκια. Κρίμα ε;»
      «Κρίμα δεν λέτε τίποτα, κύριε αστυνόμε. Τον λυπήθηκε η ψυχή μου. Να σας πω την αλήθεια, το βράδυ που έμαθα πως πέθανε δάκρυσα, τον αγαπούσα πολύ».
      «Στο σύλλογο είδα πως έχετε στο κάδρο φωτογραφία του, όταν ήταν παιδάκι και έδωσε σιμουλτανέ στη Νέα Υόρκη».
      «Ναι, κύριε αστυνόμε, εγώ τον κορνίζωσα».
      «Πιστεύεις πως, αν συνέχιζε το σκάκι, θα κέρδιζε τον Κάρποβ;»
      «Εκατό τοις εκατό» απάντησε ο Οικονόμου, που έδειχνε με τη σκακιστική συζήτηση να ξεχνάει το μπλέξιμο στο οποίο είχε βρεθεί και την ανάκριση που θα υποβαλλόταν σε λίγα λεπτά από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία.
      Οι δυο άνδρες συνέχισαν να συζητούν, όχι από ισότιμη βάση βέβαια, αλλά τουλάχιστον συζητούσαν για το παιχνίδι που αγαπούσαν. Ο Οικονόμου σκεφτόταν: «Τέλειωσαν να με κοροϊδεύουν ή τώρα αρχίζουν;»

      Την ίδια ώρα, ο Υπουργός Τύπου, ο Ρωσίδης, ανέβαινε τα σκαλιά της ΓΑΔΑ με κάμποσους φουσκωτούς να τον συνοδεύουν. Δεν έμπαινε ποτέ σε ασανσέρ, υπέφερε από κλειστοφοβικό σύνδρομο. Δεσμώτης της σπηλιάς. Ήθελε να εξιχνιαστεί πάση θυσία η υπόθεση της νεκρής ξανθιάς αλλοδαπής με την οποία διατηρούσε περιστασιακή σχέση. Αλλά πάντα χωρίς δημοσιότητα, γιατί το πολιτικό κόστος θα ήταν φοβερό. Η σύλληψη του Οικονόμου φαινόταν να λύνει το μυστήριο. Ο Μπουλαξίζης όμως, που δεν κατάλαβε ποτέ στην καριέρα του από πολιτικές πιέσεις και τα ρέστα, δεν θα μπορούσε να πάρει στο λαιμό του έναν αθώο, να κατασκευάσει δηλαδή έναν ένοχο. Ο υπουργός ενημερώθηκε από δουλοπρεπείς αστυνομικούς για την εξέλιξη της υπόθεσης και για το πόρισμα του εγκληματολογικού, πως ο φόνος δεν είχε διαπραχθεί με το Σμιθ εντ Γουέσσον. «Και πού είναι ο Μπουλαξίζης;» αναφώνησε. «Συνομιλεί με τον ύποπτο κύριε υπουργέ, αλλά θα τον διακόψουμε αμέσως, για να σας δει» απάντησε ένας αξιωματικός.
      Ο Μπουλαξίζης δυσανασχέτησε σφοδρά όταν τον πληροφόρησαν πως τον ζητά ο υπουργός: «Πείτε του να περιμένει, έχω συζήτηση». Ο ατσαλάκωτος Ρωσίδης, με την περισσή οίηση που διακρίνει την εξουσία, έγινε έξαλλος με την απάντηση που τόλμησαν να του μεταφέρουν.

      Όσο συνέβαιναν αυτά, σε άλλους παραλλήλους, σε ένα μαγαζί του Νόσι Μπε, στις ακτές της Αφρικής, ο Πρόδρομος Ντίκας, ο μακρινός ξάδελφος, με παρουσιαστικό Έλβις Πρίσλει, προσπαθούσε να πουλήσει ένα σκαλιστό μαχαίρι σε μια όμορφη Γερμανίδα τουρίστρια, μια τριαντάρα ξανθιά από το Βισμπάντεν...

(Συνεχίζεται)

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2022

Νέα κυκλοφορία - «Σκέπασέ με μονάχα» της Σόνιας Ζαχαράτου

Συγγραφέας: Σόνια Ζαχαράτου
Τίτλος πρωτοτύπου: Σκέπασέ με μονάχα
Είδος έργου: Συλλογή διηγημάτων
Εκδόσεις: Συρτάρι
Έτος έκδοσης: 2022

∆έκα διηγήματα που κρύβουν τη δική τους αλήθεια. Λόγια που έχουν ειπωθεί, καταστάσεις που έχουν βιωθεί, κατατρεγμοί, θολές αναμνήσεις, ευτυχισμένα κομμάτια ζωής αλλά και επιθυμίες έρχονται να παγιδεύσουν ή να ελευθερώσουν το μέλλον. Τα διηγήματα οδηγούν τον αναγνώστη σε κόσμους φαντασιακούς, εξωπραγματικούς, γραμμένους ποιητικά, άλλοτε σκληρά κι άλλοτε τρυφερά, άλλοτε πάλι με χιούμορ, όπως ταιριάζει στα όνειρα.

(Από την παρουσίαση του βιβλίου στο οπισθόφυλλο)

Τρίτη 19 Ιουλίου 2022

Πριν από 100 χρόνια στην Αθήνα

Αθήνα, 100 χρόνια πριν.
(Αποσπάσματα από τις πολυσέλιδες ανέκδοτες αναμνήσεις του πατέρα μου, που γράφτηκαν το 1973. Αναφέρεται στη δεκαετία του '20 και έχω δημοσιεύσει μερικά ακόμη αποσπάσματα μέχρι τώρα).

«Οι δρόμοι της τότε Αθήνας δεν ήσαν ασφαλτοστρωμένοι όπως σήμερα. Αν εξαιρέσεις τους κεντρικούς, όλοι οι άλλοι ήσαν χωματόδρομοι. Το καλοκαίρι, όταν φύσαγε δυνατός αέρας, στραβωνόμαστε από τη σκόνη, κι όσο για τον χειμώνα, όταν έβρεχε ραγδαία, πλημμύριζε η πόλις και γινόταν μια απέραντη λίμνη.

»[...] Μέσα στην καρδιά της Αθήνας, στη γωνία των οδών 3ης Σεπτεμβρίου και Βερανζέρου, ήταν ο σταθμός του ατμοκίνητου σιδηροδρόμου του Λαυρίου. Όταν περνούσε "το θηρίο της Κηφισσιάς", όπως το λέγανε τότε, οι γύρω δρόμοι γέμιζαν από αποπνικτική κάπνα που σου έκλεινε την αναπνοή.
»[...] Απ' όλα τα τραμ τη μεγαλύτερη κίνηση την είχε το 7, γιατί μετέφερε τους στρατιώτες στους στρατώνες τους. Εκείνη την εποχή οι περισσότεροι στρατώνες ήσαν στην οδόν Κηφισσίας (τη σημερινή Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας) και λίγο πιο πάνω από τον Ευαγγελισμό.
»[...] Είχε κι εκείνη την εποχή ψυχαγωγία η Αθήνα, αλλά όχι όπως σήμερα που 'χει γεμίσει από κινηματογράφους, θέατρα και κέντρα διασκεδάσεως. Τότε ελάχιστοι ήσαν οι κινηματογράφοι και τα θέατρα, τα δε κέντρα διασκεδάσεως σχεδόν ανύπαρκτα. Στην οδόν Σταδίου ήσαν δύο κινηματογράφοι, το "Αττικόν", που υπάρχει ακόμη και σήμερα, και απέναντι το "Σπλέντιτ Πατέ", που ονομάσθηκε αργότερα "Έσπερος". Στην οδόν Πανεπιστημίου το "Πάνθεον". Στην αρχή της οδού Πατησίων οι λαϊκοί κινηματογράφοι "Ροζικλαίρ" και "Νέον Θέατρον", που αργότερα ονομάσθηκε "Αλάσκα". Στην πλατεία Λαυρίου το "Πανόραμα" και στην οδόν Χαλκοκονδύλη το "Σιναμπάρ". Πίσω από την Δημαρχεία έγινε αργότερα το "Αθηναϊκόν" και στην αρχή της οδού Αθηνάς το "Νέα Ελλάς" [...]»

           Χριστόδουλος Οικονομόπουλος (1973)
Πηγές για τις φωτογραφίες:

- Πλατεία Συντάγματος (1923): https://www.lifo.gr/
- Το "θηρίο της Κηφισσιάς" στην 3ης Σεπτεμβρίου (περ. 1925): https://www.mixanitouxronou.gr/
- Οδός Πλουτάρχου στο Κολωνάκι (1908): https://www.fractalart.gr/
- Κινηματογράφος "Έσπερος" (πρώην "Σπλέντιτ Πατέ"): https://paliasinema.wordpress.com/