Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Τρία ποιήματα

Άτιτλο

Η ιστορία της λεωφόρου χάνεται στον ορίζοντα,
όπου το ηλιοβασίλεμα τρυπάει τα μυαλά των μοτοσικλετιστών,
κάνοντας ένα νεύμα στους λίγους που απέμειναν να το θαυμάζουν
και γιορτάζοντας κάθε τόσο ή θρηνώντας για το θάνατο της νοσταλγίας.
Ένας καινούργιος κόσμος κι ένα ηλιοβασίλεμα τόσο αρχαίο,
λάβα που θάφτηκε στα κόκκαλα, κόκκαλα που θάφτηκαν στην άσφαλτο,
ξεραμένες πληγές, πληγές χωρίς μνήμη, ποδοπατημένες.
Θα ‘ρθει η νύχτα, όμως θα την έχουμε κιόλας προσπεράσει.

Γλυκός χειμώνας

Τα όνειρα δεσπόζουν
Στο δρόμο με τα πεσμένα φύλλα
Η κόκκινη ομορφιά της δύσης
Υπενθυμίζει αλλοτινούς καιρούς
Μια ζωή
Το μεγαλείο της απλότητας που ‘ναι δική σου
Ένα σύννεφο σηκώνεται από φύλλα
Στο πέρασμά σου
Ψιθυρίζοντας με το στόμα χίλιων ανθρώπων που αγάπησες
Κυλάς επάνω του
Οδεύεις προς τη δύση
Στον ορίζοντα που περιμένει
Ζωγραφίζοντας τον έρωτα
Πάνω απ’ τις στέγες.

Παράλληλα

Χωρίς πνοή
Σ’ ένα δρόμο
Το άπειρο ήρεμα ξαναφορτίζεται
Χάνεται στον ορίζοντα
Διαβάτες περνούν
Με κίτρινα πρόσωπα
Το μεγαλείο του απείρου –η αναγέννησή του-
Ξέπνοοι
Μια φυλακή
Τα κλειδιά στο δρόμο
Κοιτούν ψηλά
Τα σίδερα ζωγραφίζονται στο ξημέρωμα
Δε χαιρετιούνται
Ο δεσμοφύλακας παραμένει ανώνυμος
Τα πρόσωπα αδιάφορα
Προσποιητό γαλήνεμα
Θρυμματίζονται
Η μεταμόρφωση του απείρου σε σκουριά
Του δεσμοφύλακα σε πλήθος
Ξημερώνει.

Η. Ο.

(Δημοσίευση στο ηλεκτρονικό περιοδικό Μονόκλ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου