Παρασκευή 22 Ιουλίου 2022

«Η μπαλαφάρα των τεσσάρων» - Μέρος 4ο

Με το 4ο μέρος της «μπαλαφάρας» συμπληρώνεται σήμερα το πρώτο μισό της νουβέλας.
Διαβάστε το 1ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/1.html
Διαβάστε το 2ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/2.html
Διαβάστε το 3ο μέρος: https://olaeinailexeis.blogspot.com/2022/07/3.html
Η μπαλαφάρα των τεσσάρων - Μέρος 4ο

**Γράφει ο Schrödinger's Cat

      Ένας άνθρωπος που θα στοιχημάτιζες βλέποντάς τον πως στη ζωή του δε συνέβη ποτέ τίποτε συνταρακτικό, ένας ήσυχος υπαλληλάκος μιας εταιρείας εισαγωγών-εξαγωγών και πρόεδρος του σκακιστικού συλλόγου της οδού Παλαμήδη 64, που φορούσε τραγικά ματομπούκαλα τα οποία τόνιζαν τη μηδαμινότητά του, καβάλα σε μια θεόρατη Πλύμουθ και ζωσμένος με ένα Σμίθ εντ Γουέσσον. Ακόμα και το όνομά του ήταν ασήμαντο, όνομα κοινό, τίποτα που να φέρνει σε Κομνηνό, Άννινο ή Κατακουζηνό. Γιάννης Οικονόμου, 47 ετών, άγαμος, γεννηθείς στην Αταλάντη Φθιώτιδας. Ο τύπος του ανθρώπου που το δίχως άλλο, τα μόνα ξενύχτια που έχει κάνει στη ζωή του είναι στο γραφείο της εταιρείας, κολυμπώντας στα παραστατικά και τα τιμολόγια, όταν έχει διαφανεί έλλειμα ενός ευρώ.
      Ο Μπουλαξίζης παρακολούθησε την ανάκριση στη ΓΑΔΑ. Το αυτοκίνητο ήταν νοικιασμένο εδώ και πέντε μέρες, από ένα γραφείο ενοικιάσεως που διαθέτει κυρίως οχήματα μεγάλου κυβισμού και λιμουζίνες για ειδικές εκδηλώσεις. Αυτό αποδεικνυόταν τόσο από τον αριθμό κυκλοφορίας όσο και από την απόδειξη ενοικιάσεως που βρέθηκε διπλωμένη στο κάθισμα του συνοδηγού και που ήταν στο όνομα του Οικονόμου. Κανείς δεν σου απαγορεύει να νοικιάζεις αντίκες, αλλά είθισται να οφείλεις να δώσεις εξηγήσεις πώς βρέθηκες αρματωμένος με ένα περίστροφο στα στενά του Πειραιά. Ο Οικονόμου, ο κατατρομοκρατημένος ανθρωπάκος της χτεσινής νύχτας, ήταν αυτή τη φορά νηφάλιος και απαντούσε σταθερά στις ερωτήσεις. Δεν είχε δικό του αυτοκίνητο, αλλά με τις οικονομίες του, μια-δυο φορές το χρόνο έκανε το τρελό κομμάτι του, οδηγώντας πανάκριβα αμάξια που νοίκιαζε από το εξειδικευμένο γραφείο. Ο ιδιοκτήτης του γραφείου, ένας ροδαλός φαλακρός, κλήθηκε και το επιβεβαίωσε. Το θέμα όμως ήταν το Σμίθ εντ Γουέσσον, για το οποίο ο Οικονόμου έφερε δικαιολογίες που ένας έμπειρος αστυνομικός μπορεί να τις εκλάβει μόνο ως προσβλητικές για την κοινή νοημοσύνη. Είπε πως το όπλο ήταν «κληροδότημα» ενός δεύτερου ξαδέλφου του, του Πρόδρομου Ντίκα, ανθρώπου της νύχτας, ο οποίος είχε ρίξει μαύρη πέτρα στη Ελλάδα και εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια τα ίχνη του χάνονταν στη Νότια Αφρική (ίσως) ή σε κάποιο νεκροταφείο (το πιθανότερο). Για κάποιον παράξενο λόγο ο Ντίκας ένιωθε συμπάθεια και στοργή για τον ασήμαντο συγγενή του, τον Οικονόμου, από την εποχή που παίζανε μαζί σκάκι στην Αταλάντη και, λίγο πριν διαφύγει στο εξωτερικό με πλαστό διαβατήριο, τον είχε επισκεφτεί στο διαμέρισμά του και του είχε παραδώσει το όπλο, σαν ενθύμιο, αφού δεν θα ξαναβλεπόντουσαν ποτέ και αφού δεν μπορούσε να το μεταφέρει με το αεροπλάνο. Ο Οικονόμου όλα αυτά τα χρόνια το διατηρούσε σε μια απόκρυφη γωνία της ντουλάπας του, ανάμεσα σε κάτι κατασκονισμένα μετάλλια και κύπελα της σκακιστικής του νεότητας. Μετά όμως από την τρομερή δολοφονία της αλλοδαπής στο εντευκτήριο του συλλόγου, το περασμένο βράδυ, ένιωθε πως και ο ίδιος βυθιζόταν στα ενδότερα μιας γκανγκστερικής ιστορίας που δεν μπορούσε να καταλάβει που θα οδηγούσε. Έτσι ανέσυρε το περίστροφο από τη ντουλάπα για κάθε ενδεχόμενο, επειδή οσμιζόταν ότι κινδύνευε και η δική του ζωή. Και αγαπούσε ο καημένος την ασήμαντη ζωούλα του. Όταν είδε μέσα από τα τζάμια της Πλύμουθ τον Μπουλαξίζη, πεζό, έσπευσε να εξαφανιστεί, δεν θα μπορούσε να τον πείσει για όλα αυτά τα τρελά. Δεν τα κατάφερε όμως.
      Τα εργαστήρια του εγκληματολογικού αποφάνθηκαν με πρωτοφανή ταχύτητα. Το Σμίθ εντ Γουέσσον δεν ήταν το όπλο του εγκλήματος. Αποκλείστηκε παντελώς η εκδοχή να έχει δολοφονηθεί η άτυχη αλλοδαπή με το συγκεκριμένο εργαλείο. Ο ανθρωπάκος θα περνούσε δεύτερη ανάκριση, από τους υψηλοαξιωματούχους της αντιτρομοκρατικής, σε λίγα λεπτά. Όταν κυκλοφορείς με νοικιασμένο αυτοκίνητο και κατέχεις ένα περίστροφο και έχεις τόσο άνοστη φάτσα, είναι πολύ πιθανό να είσαι τρομοκράτης· και όχι μόνο τρομοκράτης, αλλά τρομοκράτης εν υπηρεσία. Στην υπηρεσία είχε σημάνει συναγερμός, γιατί τούτη εδώ δεν ήταν μια τυπική περίπτωση με όπλα και ποινικούς. Μπορεί να βρίσκονταν στην αρχή ενός νήματος που θα χάριζε σημαντικά γαλόνια αλλά και καντάρια δόξας σε πολλούς.
      Ο Μπουλαξίζης ζήτησε, πριν αρχίσει η δεύτερη ανάκριση, να συνομιλήσει μόνος του με τον Οικονόμου. Οι συνάδελφοί του δεν έφεραν αντίρρηση, έτρεφαν απόλυτο σεβασμό και θαυμασμό για τον Πητ Μπουλ, όπως και κάθε απλός μπάτσος, για το σπάνιο είδος του μορφωμένου και έξυπνου μπάτσου, που ενσάρκωνε ο Μπουλαξίζης.
      «Ξέχασα να σου πω χτες, πως έχω κάποιον Αποστόλη Οικονόμου, δάσκαλο, σχεδόν αδελφικό φίλο. Είναι και αυτός από ένα χωριό κοντά στην Αταλάντη, καμιά φορά δεν ξέρεις... Μήπως έχεις καμιά συγγένεια;»
      «Όχι, κύριε αστυνόμε» απάντησε ο εξουθενωμένος Οικονόμου.
      Στην πραγματικότητα ο Μπουλαξίζης δεν ήξερε κανέναν Αποστόλη Οικονόμου, απλώς ήταν ένα εύρημα για να σπάσει λίγο η απόσταση εξουσιαστή-ανακρινόμενου...
      «Φίλε μου, αν θέλεις τη γνώμη μου, όλα αυτά που είπες στους συναδέλφους τα πιστεύω απόλυτα. Δεν είσαι ο άνθρωπος που έχει κάτι να κρύψει. Πιστεύω θα ξεμπλέξεις εύκολα, το δικαστήριο θα σου επιβάλλει μια ποινή με αναστολή για παράνομη οπλοκατοχή. Σιγά το πράγμα, αν ήταν τόσο τραγικά τα πράγματα όλη η Κρήτη θα έπρεπε να βρίσκεται στη στενή. Δεν κινδυνεύεις. Με την αντιτρομοκρατική θα είναι λίγο μπέρδεμα, γιατί αυτοί ξεψαχνίζουν όλες τις υποθέσεις, μπας και πιάσουν λαγό, αλλά θα είμαι και εγώ παρών, δεν θα υπάρχει πρόβλημα. Δεν είχες ποτέ τίποτα σχέσεις με εξωκοινοβουλευτική αριστερά, έτσι;»
      «Όχι, κύριε αστυνόμε, ούτε έχω πάει ποτέ σε διαδήλωση. Έχω ψηφίσει μόνο Ανδρέα, Σημίτη και Καραμανλή, ποτέ τίποτα ύποπτο, μου λου και τέτοια».
      «Αλλά το κατέχεις το μου λου» σάρκασε ο Μπουλαξίζης. «Δεν με ενδιαφέρουν τα πολιτικά σου πιστεύω,» συνέχισε ο αστυνόμος «ζήτησα να μείνουμε λίγο μόνοι για να μου πεις για τον Φίσερ. Οι σκακιστικές στήλες των εφημερίδων έχουν φτωχύνει πολύ από τότε που έφυγε ο Σιαπέρας και δεν έχω ενημέρωση, ούτε ίντερνετ και τέτοια κόλπα. Απλώς έμαθα πως πέθανε μισότρελος, στην Ισλανδία. Είδα και κάτι φωτογραφίες του, ήταν με γενειάδες, άπλυτος και με σηκωμένα μπατζάκια. Κρίμα ε;»
      «Κρίμα δεν λέτε τίποτα, κύριε αστυνόμε. Τον λυπήθηκε η ψυχή μου. Να σας πω την αλήθεια, το βράδυ που έμαθα πως πέθανε δάκρυσα, τον αγαπούσα πολύ».
      «Στο σύλλογο είδα πως έχετε στο κάδρο φωτογραφία του, όταν ήταν παιδάκι και έδωσε σιμουλτανέ στη Νέα Υόρκη».
      «Ναι, κύριε αστυνόμε, εγώ τον κορνίζωσα».
      «Πιστεύεις πως, αν συνέχιζε το σκάκι, θα κέρδιζε τον Κάρποβ;»
      «Εκατό τοις εκατό» απάντησε ο Οικονόμου, που έδειχνε με τη σκακιστική συζήτηση να ξεχνάει το μπλέξιμο στο οποίο είχε βρεθεί και την ανάκριση που θα υποβαλλόταν σε λίγα λεπτά από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία.
      Οι δυο άνδρες συνέχισαν να συζητούν, όχι από ισότιμη βάση βέβαια, αλλά τουλάχιστον συζητούσαν για το παιχνίδι που αγαπούσαν. Ο Οικονόμου σκεφτόταν: «Τέλειωσαν να με κοροϊδεύουν ή τώρα αρχίζουν;»

      Την ίδια ώρα, ο Υπουργός Τύπου, ο Ρωσίδης, ανέβαινε τα σκαλιά της ΓΑΔΑ με κάμποσους φουσκωτούς να τον συνοδεύουν. Δεν έμπαινε ποτέ σε ασανσέρ, υπέφερε από κλειστοφοβικό σύνδρομο. Δεσμώτης της σπηλιάς. Ήθελε να εξιχνιαστεί πάση θυσία η υπόθεση της νεκρής ξανθιάς αλλοδαπής με την οποία διατηρούσε περιστασιακή σχέση. Αλλά πάντα χωρίς δημοσιότητα, γιατί το πολιτικό κόστος θα ήταν φοβερό. Η σύλληψη του Οικονόμου φαινόταν να λύνει το μυστήριο. Ο Μπουλαξίζης όμως, που δεν κατάλαβε ποτέ στην καριέρα του από πολιτικές πιέσεις και τα ρέστα, δεν θα μπορούσε να πάρει στο λαιμό του έναν αθώο, να κατασκευάσει δηλαδή έναν ένοχο. Ο υπουργός ενημερώθηκε από δουλοπρεπείς αστυνομικούς για την εξέλιξη της υπόθεσης και για το πόρισμα του εγκληματολογικού, πως ο φόνος δεν είχε διαπραχθεί με το Σμιθ εντ Γουέσσον. «Και πού είναι ο Μπουλαξίζης;» αναφώνησε. «Συνομιλεί με τον ύποπτο κύριε υπουργέ, αλλά θα τον διακόψουμε αμέσως, για να σας δει» απάντησε ένας αξιωματικός.
      Ο Μπουλαξίζης δυσανασχέτησε σφοδρά όταν τον πληροφόρησαν πως τον ζητά ο υπουργός: «Πείτε του να περιμένει, έχω συζήτηση». Ο ατσαλάκωτος Ρωσίδης, με την περισσή οίηση που διακρίνει την εξουσία, έγινε έξαλλος με την απάντηση που τόλμησαν να του μεταφέρουν.

      Όσο συνέβαιναν αυτά, σε άλλους παραλλήλους, σε ένα μαγαζί του Νόσι Μπε, στις ακτές της Αφρικής, ο Πρόδρομος Ντίκας, ο μακρινός ξάδελφος, με παρουσιαστικό Έλβις Πρίσλει, προσπαθούσε να πουλήσει ένα σκαλιστό μαχαίρι σε μια όμορφη Γερμανίδα τουρίστρια, μια τριαντάρα ξανθιά από το Βισμπάντεν...

(Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου