Συγγραφέας: William Somerset Maugham
Τίτλος πρωτοτύπου: Rain
Είδος έργου: Νουβέλα
1η έκδοση στην αγγλική γλώσσα: 1921
Ελληνικός τίτλος: Βροχή
Μετάφραση: Παλμύρα Ισμυρίδου
Επιμέλεια: Σταύρος Πετσόπουλος
Εκδόσεις: Άγρα
Έτος έκδοσης: 2017
Η Βροχή είναι ίσως η καλύτερη νουβέλα που έγραψε ο Σόμερσετ Μωμ. Συμμορφώνεται στον γνώριμο τρόπο που ο συγγραφέας αναπτύσσει τις ιστορίες του – με αρχή, μέση και τέλος.
Η δημοτικότητα της ιστορίας υπήρξε ιδιαίτερα ανθεκτική στο πέρασμα των χρόνων από την πρώτη δημοσίευσή της το 1921. Έχει περιληφθεί σε πάμπολλες ανθολογίες, έχει γίνει αρκετές φορές ταινία και έχει παρουσιαστεί επανειλημμένα στο θέατρο. Την ηρωίδα Σέηντι, μια πόρνη που αγαπά τις διασκεδάσεις, έχουν ενσαρκώσει στην οθόνη η Τζόαν Κρώφορντ, η Γκλόρια Σουώνσον και η Ρίτα Χέυγουερθ.
Ένα πλοίο με κατεύθυνση την Άπια των νήσων Σαμόα στον Νότιο Ειρηνικό αγκυροβολεί κοντά στο Πάγκο-Πάγκο, καθώς υπάρχει υποψία για επιδημία χολέρας και επιβάλλεται καραντίνα για να αποφευχθεί η εξάπλωσή της.
Ανάμεσα στους επιβάτες υπάρχουν και δύο ζευγάρια που ταξιδεύουν στην πρώτη θέση. Οι Μακφαίηλ και οι Ντέηβιντσον. Ο Μακφαίηλ είναι ένας καλόκαρδος γιατρός, που προτιμά να αντιμετωπίζει τα πράγματα με ηρεμία και να μη χώνει τη μύτη του στις υποθέσεις των άλλων. Οι Ντέηβιντσον, ως ιεραπόστολοι με θρησκευτικό φανατισμό, είναι άκαμπτοι ηθικολόγοι και ηχηρά ενάντιοι στα ήθη και τα έθιμα των ντόπιων. Ο ιερωμένος προσπαθεί απεγνωσμένα και βίαια να σώσει τη Σέηντι, οι ισορροπίες όμως ανατρέπονται απροσδόκητα. Και εδώ, όπως και σε άλλα έργα του, ο Μωμ επιτίθεται στην ιεραποστολική ηθική και επικροτεί εκείνους που ζουν για τις απολαύσεις της ζωής.
Το αποπνικτικό περιβάλλον του νησιού και του ξενώνα όπου αναγκαστικά διαμένουν ενισχύεται από τη βροχή που πέφτει βασανιστικά όλη μέρα. Σαν να επαναλαμβάνει μονότονα και πεισματικά πως δεν υπάρχει διαφυγή απ’ ό,τι είναι προδιαγεγραμμένο και πως η φύση θα ακολουθήσει μοιραία την πορεία της.
(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Δεν έμοιαζε με το δικό μας ψιλόβροχο στην Αγγλία, που αγγίζει μαλακά το χώμα· έπεφτε αδυσώπητα και είχε κάτι το τρομακτικό που σ' έκανε να διαισθάνεσαι τη μοχθηρία των πρωτόγονων δυνάμεων της φύσης. Θύμιζε κατακλυσμό εξ ουρανού και βροντούσε στην αυλακωτή λαμαρίνα της στέγης σταθερά επίμονα, εκνευριστικά...»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου