Ο Ρεμπώ το 1866, σε ηλικία 12 ετών
Παιδική ηλικία (IV)
Είμαι ο άγιος, προσευχόμενος στο πλάτωμα, -καθώς τα ειρηνικά ζώα βόσκουν μέχρι τη θάλασσα της Παλαιστίνης.
Είμαι ο σοφός με τη σκυθρωπή πολυθρόνα. Τα κλαδιά και η βροχή πέφτουν με δύναμη στο τζάμι της βιβλιοθήκης.
Είμαι ο πεζοπόρος των μεγάλων δρόμων μέσα από τα δασάκια νάνους· η χλαλοή από τους υδροφράχτες σκεπάζει τα βήματά μου. Βλέπω για πολλήν ώρα τη μελαγχολική χρυσή αλισίβα της δύσης.
Θα μπορούσα να ήμουν το παρατημένο παιδί πάνω στον κυματοθραύστη που έφυγε στο πέλαγο, ο μικρός υπηρέτης που ακολουθεί τη δενδροστοιχία καθώς το μέτωπό του αγγίζει τον ουρανό.
Τα μονοπάτια είναι τραχιά. Οι λόφοι καλύπτονται από σπάρτο. Ο αέρας είναι ακίνητος. Πόσο τα πουλιά και οι πηγές είναι μακριά! Αυτό δεν μπορεί να είναι παρά το τέλος του κόσμου, προχωρώντας.
(Μετάφραση: Αλέξης Ασλάνογλου. Για την έκδοση, βλ. εδώ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου