Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

«Θυμάμαι» του Ίλι Ντεμνέρι

Συγγραφέας: Ylli Demneri
Τίτλος πρωτοτύπου: Më kujtohet
Είδος έργου: Προσωπικές μαρτυρίες
1η έκδοση στην αλβανική γλώσσα: Te tjere, 2011
Ελληνικός τίτλος: Θυμάμαι
Μετάφραση: Ελεάνα Ζιάκου
Επιμέλεια: Μιχάλης Κατσιμίτσης
Εκδόσεις: Πληθώρα
Έτος έκδοσης: 2020




**Γράφει ο Γιάννης Δρούγος

«Θυμάμαι μια γλάστρα με βασιλικό, ασβεστωμένη, στο σπίτι της θείας μου στο Μπεράτ. Κάθε φορά που την επισκεπτόμουν, άγγιζα απαλά τα μικρά φύλλα με τα ακροδάχτυλα και, όταν μύριζα το χέρι μου, ένιωθα το άρωμα του παρελθόντος μου (και των άλλων) που δεν είχα γνωρίσει».

Αυτό είναι το πρώτο από τα 286 κείμενα αυτού του εξαιρετικού τόμου, κάποια με μορφή χαϊκού και κάποια με έκταση σελίδας ημερολογίου. Ούτε μυθιστόρημα, ούτε ανθολογία ιστοριών, παρά ένα λογοτεχνικό φωτογραφικό άλμπουμ που αποτυπώνει μια ολόκληρη εποχή στην Αλβανία και την πόλη των Τιράνων τις δεκαετίες '70 και '80. Θραύσματα και εκρήξεις αναμνήσεων που πετάνε μέσα στις σελίδες, χωρίς χρονολογική σειρά, ακατάτακτες. Αλλά πώς κατατάσσονται οι αναμνήσεις; Και κυρίως εκείνες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας που αρκεί ένα ερέθισμα του παρόντος, ένας ήχος ή μια μυρωδιά να τις ενεργοποιήσει.

Ο Ίλι Ντεμνέρι, με απλά υλικά, λιτά, απέριττα, σχεδόν αποστασιοποιημένα, προσφέρει εικόνες, γεύσεις, φωνές και σκιές της νιότης του, της πόλης του και του κόσμου που αλλάζει μπροστά στα παιδικά του μάτια. Η διαδρομή πραγματοποιείται ταχύτατα στις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής: ανθρώπινες σχέσεις, έθιμα, επιθυμίες, το Κόμμα που δεν καταδικάζει χωρίς λόγο, κρύο εντός και εκτός, τα ποιήματα του Νερούδα και του Γεσένιν, το «Έγκλημα και τιμωρία», οι απαγορεύσεις, οι φωτογραφίες του Ενβέρ Χότζα και του Μάο, οι κλειστές εκκλησίες και η κιτρινισμένη μνήμη των γιορτών, οι ταινίες, ο απελευθερωτικός αγώνας, το παλτό του μπαμπά που μύριζε καπνό, οι καταδότες, ο φόβος, τα τυχαία αγγίγματα, ένας ταχυδρομικός φάκελος, το φεγγάρι που ακολουθεί τη μοίρα των ανθρώπων.

Κάθε «Θυμάμαι» ανάβει ένα μικρό φωτάκι στο σκοτάδι της λήθης και φανερώνει το πορτρέτο μιας εποχής και μιας πόλης που, μετά από ξερίζωμα, αναδιαμόρφωση και ανασύνταξη, δεν υπάρχει πια.

Ένα σημαντικό πρωτότυπο έργο της αλβανικής πεζογραφίας, για τα ειπωμένα και τα ανείπωτα και τη νοσταλγία της ρίζας, με θαυμάσια μετάφραση της Ελεάνας Ζιάκου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου