Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

"Ρόδινο και γαλάζιο" του Χόρχε Λουίς Μπόρχες

   Συγγραφέας: Jorge Luis Borges
   Τίτλος πρωτοτύπου: Rosa y azul
   Είδος έργου: Διηγήματα
   1η έκδοση στην ισπανική γλώσσα: Sermay Ediciones, Barcelona 1977
   Ελληνικός τίτλος: Ρόδινο και γαλάζιο
   Μετάφραση - Σημειώσεις: Αχιλλέας Κυριακίδης
   Εκδόσεις: Ύψιλον
   Έτος 1ης (παρούσας) ανατύπωσης: 1986 (1η έκδοση 1982)
 

 

 

Το βιβλίο αποτελείται από δύο διηγήματα, «Το ρόδο του Παράκελσου» και «Οι γαλάζιες τίγρεις», και συνοψίζει περίφημα ολόκληρη την προσωπική «μυθολογία» του συγγραφέα: η αναζήτηση της Λέξης, της Αρχής των πραγμάτων, η αναγέννηση και η εκμηδένιση, ο εφιάλτης, οι τίγρεις, το άπειρο... Όλα βρίσκονται εκεί. Η δίγλωσση έκδοση είναι μια περίφημη ιδέα και χρησιμεύει ακόμα και ως γλωσσικό βοήθημα σε έναν σπουδαστή της γλώσσας.

Στο εργαστήρι του, που έπιανε τα δυο δωμάτια του υπογείου, ο Παράκελσος παρακάλεσε το θεό του, τον ακαθόριστο θεό του, έναν οποιοδήποτε θεό, να του στείλει ένα μαθητή. Βράδιαζε. Η χλωμή φωτιά του τζακιού έριχνε στον τοίχο ακανόνιστους ίσκιους. Τού ’κανε μεγάλο κόπο να σηκωθεί για ν’ ανάψει τη σιδερένια λάμπα. Ο Παράκελσος, αφηρημένος απ’ την κούραση, λησμόνησε την προσευχή του. Η νύχτα είχε σβήσει τους σκονισμένους άμβικες και την κάμινο, όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα. Μισοκοιμισμένος, σηκώθηκε, ανέβηκε τη μικρή στριφογυριστή σκάλα κι άνοιξε ένα απ’ τα θυρόφυλλα. Μπήκε ένας άγνωστος. Έδειχνε κι εκείνος πολύ κουρασμένος. Ο Παράκελσος τού ’δειξε έναν πάγκο∙ ο άλλος κάθισε και περίμενε. Για λίγο δεν αντάλλαξαν ούτε μια λέξη. 

Ο δάσκαλος ήταν ο πρώτος που μίλησε. 

-Θυμάμαι πρόσωπα της Δύσης και πρόσωπα της Ανατολής, είπε, όχι χωρίς μια κάποια έπαρση. Το δικό σου όμως πρόσωπο δεν το θυμάμαι. Ποιος είσαι και τι θέλεις από μένα; 

-Τ’ όνομά μου δεν έχει σημασία, αποκρίθηκε ο άλλος. Ταξίδεψα τρεις μέρες και τρεις νύχτες για να ’ρθω στο σπίτι σου. Θέλω να γίνω μαθητής σου. Σού ’φερα όλα μου τα υπάρχοντα. 

Έβγαλε ένα πουγκί και τ’ άδειασε με το δεξί του χέρι πάνω στο τραπέζι. Πολλά χρυσά φλουριά κύλησαν από μέσα. Ο Παράκελσος τού ’χε γυρίσει την πλάτη για ν’ ανάψει τη λάμπα. Όταν στράφηκε ξανά προς το μέρος του, παρατήρησε πως το αριστερό χέρι του ξένου κρατούσε ένα ρόδο. Το ρόδο τον ανησύχησε [...]

(Απόσπασμα από το βιβλίο)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου